Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

μεγάλοι δάσκαλοι

«Ελληνοτουρκικές Σχέσεις»
Π. Κονδύλη

«Οι σύμμαχοι αξίζουν για σένα τόσο, όσο αξίζεις εσύ γι’ αυτούς. Καμιά συμμαχία και καμιά προστασία δεν κατασφαλίζει όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτισης»

Τα «δίκαια» της Ελλάδας δεν εντυπωσιάζουν κανέναν, όσο πίσω τους βρίσκεται ένας παρίας με διαρκώς απλωμένο το χέρι, κάποιος που ζει από δάνεια, επιδοτήσεις και «προγράμματα στήριξης».

Η λύση του προβλήματος της εθνικής βιωσιμότητας όχι σε λογιστική αλλά σε παραγωγική βάση αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση σοβαρής εξωτερικής πολιτικής.

Οι εθνικοί πόροι πρέπει να αντιμετωπιστούν με γεωπολιτικά και στρατηγικά κριτήρια, όχι ως αριθμητικοί «δείκτες»: το 1% του εθνικού εισοδήματος που προέρχεται από την άνοδο του τουρισμού δεν είναι το ίδιο με το 1% που δίνει μια σύγχρονη εξοπλιστική βιομηχανία. Και πρέπει επίσης να εκλογικευθούν και να χρησιμοποιηθούν στο σύνολό τους.

Η προσπάθεια αυτή είναι απαραίτητη, γιατί στην τωρινή συγκυρία, που είναι δυσμενέστατη για την Ελλάδα, έχει προέχουσα σημασία να κερδηθεί χρόνος χωρίς να απωλεσθεί έδαφος, με την ελπίδα ότι μελλοντικές ανακατατάξεις στον πλανητικό συσχετισμό δυνάμεων θα εξασθενίσουν το γεωπολιτικό δυναμικό της Τουρκίας και θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να πάρει μιαν ιστορική ανάσα. Αν, όμως, απολεσθεί έδαφος στο προσεχές διάστημα, οι απώλιες θα είναι ανεπανόρθωτες και πιθανότατα μοιραίες.

Φυσικά, οι ελπίδες δεν ισοδυναμούν με βεβαιότητες. Ας υπογραμμίσουμε ακόμη μία φορά ότι η βαθύτερη αιτία της αύξουσας τουρκικής πίεσης πάνω στην Ελλάδα δεν είναι ούτε πολιτισμική ούτε στενά πολιτική και παροδική, αλλά έγκειται στην συνεχή διεύρυνση της διαφοράς ανάμεσα στο γεωπολιτικό δυναμικό των δύο χωρών.

Σε ορισμένους κρίσιμους τομείς, όπως ο δημογραφικός, ξέρουμε από τώρα ότι το παιχνίδι είναι χαμένο. Αν θέλουμε να παραμείνουμε νηφάλιοι, έστω και με αντίτιμο την απαισιοδοξία, οφείλουμε να πούμε ότι και σε άλλα πεδία στρατηγικής σημασίας αρχίζουν να παγιώνονται αναντίστροφες εξελίξεις.

Η Ελλάδα μεταβάλλεται σταθερά σε χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση και τις αντιδράσεις τρίτων, ενώ παράλληλα η στάση της γίνεται όλο και περισσότερο παθητική ή αντιφατική.

Η διακήρυξη «δεν παραχωρούμε τίποτε» δεν έχει έμπρακτο αντίκρισμα όταν η χώρα εκλιπαρεί σε κρίσιμες ώρες τις μεσολαβητικές προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών, ξέροντας εκ των προτέρων ότι αυτές θα πληρωθούν με παραχωρήσεις ή όταν αποσύρει χωρίς χειροπιαστά ανταλλάγματα το βέτο της για την τελωνειακή ένωση της Τουρκίας με την ΕΕ αποδεικνύοντας έτσι, άθελά της, πόσο είναι πιθανό να μετατραπεί σε δορυφόρο της Τουρκίας ακριβώς μέσω του «ευρωπαϊκού δρόμου» και της επιρροής των Ευρωπαίων εταίρων».

Τέτοιες ενέργειες δεν είναι απλώς εσφαλμένοι ή έστω συζητήσιμοι χειρισμοί. Συνιστούν τα εύγλωττα επιφαινόμενα μιας βαθύτερης ιστορικής κόπωσης, μιας προϊούσας, ηδονικής μάλιστα παράλυσης.

Στον βαθμό που η Ελλάδα θα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος πολέμου θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αυγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται ακόμη ηδονικότερη, εφόσον η υποχωρητικότητα θα αμείβεται με αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς επαίνους, που τους χρειάζεται κατεπειγόντως ο εκσυγχρονιζόμενος Βαλκάνιος, και επίσης με δάνεια και δώρα για να χρηματοδοτείται ο παρασιτικός καταναλωτισμός.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες ό,τι στην πραγματικότητα θα συνιστά κάμψη της ελληνικής αντίστασης κάτω από την πίεση του υπέρτερου τουρκικού δυναμικού οι Έλληνες θα συνηθίσουν, σιγά – σιγά, να ονομάζουν «πολιτισμένη συμπεριφορά», «υπέρβαση του εθνικισμού» και «εξευρωπαϊσμό».

Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο : Η ειρήνη σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοροποίηση. Και ο πόλεμος σημαίνει συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού, η ανατροπή των σημερινών γεωπολιτικών και στρατηγικών συσχετισμών απαιτεί ούτε λίγο, ούτε πολύ την επιτέλεση ενός ηράκλειου άθλου, για τον οποίο η ελληνική κοινωνία, έτσι όπως είναι, δεν διαθέτει τα κότσια.

Οι μετριότητες, οι υπομετριότητες και οι ανθυπομετριότητες που συναπαρτίζουν τον ελληνικό πολιτικό και παραπολιτικό κόσμο δεν έχουν το ανάστημα να θέσουν και να λύσουν ιστορικά προβλήματα τέτοιας έκτασης και τέτοιου βαθμού – ίσως να καταρρεύσουν ακόμη και στην περίπτωση όπου θα βρεθούν μπροστά στην μεγάλη απόφαση να διεξαγάγουν έναν πόλεμο γιατί, αν ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, ποιος πόλεμος θα συνεχίσει μια σπασμωδική πολιτική ;

Οι ευρύτερης μάζες, καθοδηγούμενες από το ίδιο ένστικτο βραχυπρόθεσμής αυτοσυντήρησης, έχουν βρει την δική τους ψυχολογικά βολική λύση :

Το έθνος το υπηρετούν ανέξοδα περιβαλλόμενες γαλανόλευκα ράκη, όποτε το καλεί η περίσταση, και έχοντας κατόπιν ήσυχη συνείδηση το κλέβουν μόνιμα με παντοειδείς τρόπους : από την φοροδιαφυγή, την αισχροκέρδεια και τα «αυθαίρετα» ίσαμε τα ευκολοαπόκτητα πτυχία, την χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας (ούτε το 50% του μέσου όρου της ΕΕ) και την κραυγαλέα ανισότητα ανάμεσα σ’ ό,τι παράγεται και σ’ ό,τι καταναλώνεται, με αποτέλεσμα την καταχρέωση και την πολιτική εξάρτηση του τόπου.

Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας μόνον όσα πράττονται και αφήσουμε εντελώς στην άκρη την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους οι πράττοντες, τότε φαίνεται να βρισκόμαστε σε συλλογική αναζήτηση της ιστορικής ευθανασίας, υπό τον όρο να σκηνοθετηθούν έτσι τα πράγματα, ώστε κανείς να μην έχει την άμεση ευθύνη, και επίσης υπό τον όροι να τεχνουργηθούν απροσμάχητες ανακουφιστικές εκλογικεύσεις («Ελληνικεντρικές» ή «εξευρωπαϊστικές», αδιάφορο).

Στις τραγωδίες ή τις κωμωδίες που μπορούν να περιγράψουν με τις αρμόζουσες αποχρώσεις αυτήν την ιδιαίτερη κοινωνική και ψυχολογική κατάσταση θα τις γράψουν, ίσως, άλλοι. Εμένα μου έρχεται στον νου η τετριμμένη αλλά πάντοτε ευθύβολη θυμοσοφία : «όπως στρώνει καθένας, έτσι και κοιμάται»

Ο Παναγιώτης Κονδύλης γεννήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία το 1943 και πέθανε στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1998. Σπούδασε κλασσική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και φιλοσοφία, νεότερη ιστορία και φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια της Φρανκφούρτης και της Χαϊδελβέργης.

Βιβλία του στην ελληνική γλώσσα: Η κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη (1983), Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα (1984), Ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Ι-ΙΙ (1987), Ο νεοελληνικός Διαφωτισμός (1988), Ισχύς και απόφαση (1991), Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού (1991), Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο (1992), Η ηδονή, η ισχύς, η ουτοπία (1992), Θεωρία του πολέμου (1997).

Βιβλία του στην γερμανική γλώσσα: Die Entstehung der Dialektik (1979), Die Aufklaerung (1981, β΄ έκδ. 1986), Macht und Entscheidung (1984), Konservativismus (1986), Marx und die griechische Antike (1987), Theorie des Krieges (1988), Die neuzeitliche Metaphysikkritik (1990), Der Niedergang der buergerlichen Denk- und Lebensform (1991), Planetarische Politik nach dem Kalten Krieg (1992), Montesquieu und der Geist der Gesetze (1996).

Για το πολυσήμαντο έργο του τού απονεμήθηκε το μετάλλιο Γκαίτε και το βραβείο Χούμπολντ. Διετέλεσε Εταίρος του Ιδρύματος Ανωτάτων Σπουδών του Βερολίνου. Μέχρι το θάνατό του διηύθυνε τη ΄΄Φιλοσοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη΄΄ των εκδόσεων ΄΄Γνώση΄΄ και τη σειρά ΄΄Ο Νεώτερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός΄΄ των εκδόσεων ΄΄Νεφέλη΄΄.

τα βιογραφικά στοιχεία του Παναγιώτη Κονδύλη στο : http://pyrgos-news.blogspot.com/2010_09_12_archive.html

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

πολιτική γεωγραφία

Από την αποαποικιοποίηση στην πληθυσμιακή έκρηξη[1]

Αποαποικιοποίηση και επανάσταση μετέβαλαν δραματικά τον πολιτικό χάρτη του πλανήτη. Ο αριθμός των διεθνών αναγνωρισμένων ανεξαρτήτων κρατών στην Ασία πενταπλασιάστηκε. Στην Αφρική, όπου το 1939 υπήρξε ένα και μόνο ανεξάρτητο κράτος, τώρα υπήρχαν γύρω στα πενήντα. Ακόμα και στη Λατινική Αμερική, όπου η πρώιμη αποαποικιοποίηση στο δέκατο ένατο αιώνα άφησε πίσω της κάπου είκοσι Δημοκρατίες, η αποαποικιοποίηση πρόσθεσε τώρα άλλες δώδεκα. Ωστόσο, το σημαντικό δεν ήταν ο αριθμός των κρατών αυτών, αλλά η τεράστια και αυξανόμενη δημογραφική βαρύτητα και πίεση που αντιπροσώπευαν συλλογικά.

Από την πρώτη βιομηχανική επανάσταση, πιθανότατα από τον δέκατο έκτο αιώνα, η πληθυσμιακή ισορροπία μεταβαλλόταν υπέρ του «ανεπτυγμένου» κόσμου, δηλαδή των πληθυσμών που ζούσαν στην Ευρώπη ή κατάγονταν απ’ αυτήν. Ενώ το 1750 ο πληθυσμός της Ευρώπης αντιπροσώπευε το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού, το 1900 έφτασε να αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο περίπου. Η Εποχή της Καταστροφής παγιοποίησε την κατάσταση, αλλά από τα μέσα του αιώνα ο παγκόσμιος πληθυσμός άρχισε ν’ αυξάνεται με ρυθμούς που δεν είχαν προηγούμενο στην ιστορία. Η αύξηση αυτή προερχόταν κυρίως από περιοχές που κάποτε κυβερνούσαν ή επρόκειτο να κατακτήσουν μια φούχτα αυτοκρατορίες. Αν θεωρήσουμε ότι οι πλούσιες χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ αντιπροσωπεύουν τον «ανεπτυγμένο κόσμο», ο συνολικός πληθυσμός τους στα τέλη της δεκαετίας του ’80 δεν αντιστοιχούσε παρά μόνο στο 15% του παγκόσμιου πληθυσμού. Αναπόφευκτά το ποσοστό μειωνόταν εφόσον σε αρκετές από τις «ανεπτυγμένες» χώρες οι γεννήσεις δεν ήταν αρκετές για να αναπαραγάγουν τον πληθυσμό.

Η δημογραφική αυτή έκρηξη στις φτωχές χώρες, η οποία στην αρχή προκάλεσε σοβαρή διεθνή ανησυχία στα τέλη της «Χρυσής Εποχής», αποτελεί ίσως την πιο θεμελιακή αλλαγή στον Σύντομο Εικοστό Αιώνα, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός τελικά θα σταθεροποιηθεί στο επίπεδο των δέκα δισεκατομμυρίων σε κάποια στιγμή στον εικοστό πρώτο αιώνα. Ο διπλασιασμός του παγκόσμιους πληθυσμού μέσα σε σαράντα χρόνια από το 1950 ή το γεγονός ότι ο πληθυσμός της Αφρικής αναμένεται να διπλασιαστεί μέσα σε λιγότερο από τριάντα χρόνια, δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο, όπως δεν έχουν και τα πρακτικά προβλήματα που προκύπτουν : θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε κυρίως την κοινωνική και οικονομική κατάσταση μιας χώρας όπου το 60% του πληθυσμού της θα είναι κάτω των δεκαπέντε ετών.

Η δημογραφική έκρηξη στον φτωχό κόσμο προκάλεσε τέτοια αίσθηση επειδή οι βασικοί ρυθμοί των γεννήσεων σ’ αυτές τις χώρες ήταν συνήθως πολύ υψηλότεροι από εκείνους στην αντίστοιχη ιστορική περίοδο των «ανεπτυγμένων» χωρών και επειδή οι τεράστιοι ρυθμοί θνησιμότητας που συνήθιζαν να κρατούν το επίπεδο του πληθυσμού, μειώθηκαν απότομα μετά τη δεκαετία του ’40 – τέσσερις με πέντε φορές περισσότερο σε σχέση με την αντίστοιχη μείωση το δέκατο ένατο αιώνα στην Ευρώπη. Διότι αν και στην Ευρώπη η μείωση αυτή συμβάδισε με τη σταδιακή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των περιβαλλοντικών συνθηκών, η σύγχρονη τεχνολογία στη Χρυσή Εποχή σάρωσε σαν τυφώνας τον κόσμο των φτωχών χωρών με τη μορφή των σύγχρονων φαρμάκων και την επανάσταση στις μεταφορές. Από τη δεκαετία του ’40 και μετά, οι πρόοδοι που σημείωσαν η ιατρική και η φαρμακευτική ήταν μεγάλες· για πρώτη φορά ήταν σε θέση να σώζουν ζωές σε τόσο μαζική κλίμακα που ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν ήταν σε θέση να κάνουν, εκτός ίσως από την περίπτωση της ιλαράς. Έτσι, καθώς οι ρυθμοί των γεννήσεων παρέμειναν υψηλοί ή ακόμα και αυξήθηκαν σε καιρούς ευημερίας, οι θάνατοι μειώθηκαν κατακόρυφα και ο πληθυσμός εκτοξεύτηκε στα ύψη, μολονότι ούτε η οικονομία ούτε οι θεσμοί του είχαν αναγκαστικά αλλάξει πολύ. Μια παρεπόμενη συνέπεια ήταν η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών, προηγμένων και καθυστερημένων χωρών, ακόμα κι όταν οι οικονομίες και των δύο περιοχών αυξάνονταν με τον ίδιο ρυθμό. Δεν είναι το ίδιο πράγμα η διανομή του διπλάσιου ΑΕΠ, σε σχέση μ’ αυτό που ήταν πριν από τριάντα χρόνια, σε μια χώρα με σταθερό πληθυσμό και η διανομή του σε πληθυσμό διπλάσιο σε σχέση μ’ αυτόν πριν τριάντα χρόνια.

[1] Ερίκκου Χομπσμπάουμ, «η εποχή των άκρων», σ. 441-443, εκδόσεις Θεμέλιο, 1997.

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

μαθαίνοντας ... τον δανεισμό

από τα παρασκήνια του πρώτου αγγλικού δανείου[1]

Αρχές του 1822 η προσωρινή κυβέρνηση έφθασε σε αδιέξοδο εξαιτίας της δεινής αχρηματίας. Εθνικό Ταμείο δεν υπήρχε, εθνικό εισόδημα δεν υπήρχε, επιμελητεία στρατιωτική δεν υπήρχε. … Οι πόροι της χώρας δεν περιέρχονταν στη Διοίκηση. Τα δοσίματα κατέληγαν στην τοπική ηγεσία … που τα διαχειρίζονταν ανεξέλεγκτοι …

Χωρίς οικονομικούς πόρους η κυβέρνηση δεν ασκούσε καμμιά ουσιαστική εξουσία. Και επειδή η δημιουργία Εθνικού Ταμείου φαινόταν αδύνατη στράφηκε στο εξωτερικό. Παροξυσμός δανειομανίας κατέλαβε τις διάφορες ηγεσίες. Ταυτόχρονες, παράλληλες ή διαδοχικές αποστολές προς όλα τα σημεία της Ευρώπης. Ο Άρειος Πάγος (από τον Νοέμβριο του 1821), στην κεντρική Ευρώπη (Θεοχάρης Κεφαλάς, Χρόνιας Δροσινός). Η προσωρινή κυβέρνηση, στην Ελβετία και Γερμανία (Μιχαήλ Σχινάς, Βίλχελμ Ντίτμαρ) και στο Παρίσι (Φίλιππος Ζουρνταίν). Και ενώ οι απεσταλμένοι στην Κεντρική Ευρώπη αντί χρημάτων συγκέντρωναν άχρηστους εθελοντές και ο Φίλιππος Ζουρνταίν, πράκτορας ξένων συμφερόντων, διαπραγματευόταν, ως επίσημος εκπρόσωπος των Ελλήνων, συνθήκη συμμαχίας και δανεισμού με το ανύπαρκτο Τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας, ένας άλλος απεσταλμένος, ο πιστός του Μαυροκορδάτου, Ανδρέας Λουριώτης, ταξίδευε στην Μαδρίτη αναζητώντας χρηματοδότες.[2]

Οι Ισπανοί Συνταγματικοί αποτελούσαν εκείνο τον καιρό το μοναδικό δείγμα φιλελεύθερου καθεστώτος στην Ευρώπη. Και φυσικό ήταν να προσδοκούν οι Έλληνες ηθική συμπαράσταση και κυρίως υλική βοήθεια από τους αδελφούς επαναστάτες της Ιβηρικής.

Αλλά οι Ισπανοί φιλελεύθεροι βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση. Όχι μόνο δεν υπήρχαν δυνατότητες για οικονομική ή άλλη βοήθεια αλλά οι ίδιοι αντιμετώπιζαν την ένοπλη επέμβαση των Δυνάμεων της Ιεράς Συμμαχίας. Είχαν κιόλας πνιγεί στο αίμα οι επαναστάσεις στην Ιταλία και ετοιμαζόταν εισβολή στην Ισπανία. Μια γαλλική στρατιά θα περνούσε από στιγμή σε στιγμή τα Πυρηναία.[3]

Και ενώ ο Λουριώτης, απογοητευμένος από την αποτυχία της αποστολής του ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Μαδρίτη, παρουσιάζεται μπροστά του κάποιος μυστηριώδης Ιρλανδός, ο Εδουάρδος Μπλακιέρ, που θα γίνει σε λίγο ένας από τους πρωταγωνιστές του «φιλελληνικού κινήματος» στην Αγγλία. Ο Μπλακιέρ πλησίασε τον Λουριώτη και τον διαβεβαίωσε πως χρήματα μπορούν να βρεθούν άφθονα στο Λονδίνο. Ότι ο ίδιος έχει ισχυρούς φίλους εκεί, ότι ασκεί μεγάλη επιρροή κι’ ότι είναι σε θέση να βοηθήσει για τη σύναψη δανείου. Ενθουσιασμένος ο απεσταλμένος από τον απροσδόκητο σωτήρα και ευεργέτη ξεκίνησε αμέσως για το Λονδίνο.

[1] Κυριάκου Σιμόπουλου, Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ’21, σ. 15-16, Αθήνα 1981.
[2] Η προσωρινή κυβέρνηση αποφάσισε στις 9 Μαρτίου 1822 τη σύναψη εξωτερικού δανείου ενός εκατομμυρίου ισπανικών διστήλων. Ο Μαυροκορδάτος αναζητούσε και πηγές προσωπικού δανεισμού, ακόμα και έξω από την Ελλάδα. Έγραφε ο Πραΐδης, γραμματικός του Μαυροκορδάτου, στον μητροπολίτη Ιγνάτιο από το Αργοστόλι στις 26 Σεπτεμβρίου 1823: «Ο κύριος σκοπός του ερχομού μου εις τας νήσους και μάλιστα του να μεταβώ μετ’ ολίγας ημέρας εις Κορφούς, είναι διά να εύρω, διά συνεργείας των εν Κερκύρα φίλων εν ιδιαίτερον δάνειον, ως δέκα χιλιάδων ταλλήρων, διά τον Μαυροκορδάτον, ή εδώ ή έξω της Ελλάδος. Διά τούτο γράφει και προς την πανιερότητά σας και σας παρακλεί να συνεργήσετε ως περί του μόνου μέσου να οικονομήσει τα έξοδά του μένων εις τα πράγματα της Ελλάδος …» (Ε,,. Πρωτοψάλτη, Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, 1766-1828, Αθήναι 1954 – 1961, σ. 164). Ομάδες και άτομα, επίσημα και ανεπίσημα, αναζητούσαν δάνεια από οποιαδήποτε πηγή με οποιουσδήποτε όρους. Απαντούσε ο Ιγνάτιος από την Πίζα στις εκκλήσεις για εξέυρεση χρηματοδότη με αντάλλαγμα έστω και την εξουσία: «… Εδοκίμασα αν ευρίσκεται κανέν υποκείμενον εις την Ευρώπην με πλούτη και αξιότητα, ως ο πρίγκιψ Ευγένιος, πρώην αντιβασιλεύς της Ιταλίας, διά να τον προσκαλέσωμεν και να του δώσωμεν την υπερτάτην , αλλά και κατά τούτο απέτυχα, διότι άνθρωπος με λαμπράν τύχην δεν την κινδυνεύει εις αβέβαια πράγματα αν δεν είναι τρελλός, και ο τρελλός τι χρησιμεύει ;» (Εμμ. Πρωτοψάλτη)
[3] Η μόνη συμπαράσταση από την Ισπανία ήταν ένα μήνυμα τριών βουλευτών που πρότειναν την αποστολή στην Ελλάδα εκστρατευτικού σώματος 300 εθελοντών. Όχι όμως Ισπανών αλλά Ιταλών που είχαν καταφύγει στην Ιβηρική ύστερα από το ναυάγιο των εξεγέρσεων στην Νεάπολη και το Πεδεμόντιο. Αλλά το ισπανικό έθνος «αν δεν είχεν χρείαν να στερεώσει την ιδίαν του την ελευθερίαν, ήθελεν ολόκληρον (εκστρατεύσει) εις την Ελλάδα να πολεμήση διά την ελευθερίαν σας». Η επιστολή των τριών βουλευτών (Μοράλες, Πάλμας, Βουρίνος), σε γαλλική γλώσσα, ανακοινώθηκε κατά τη συνεδρίαση του Βουλευτικού στην Κόρινθο στις 5 Απριλίου 1822 (Αρχεία Εθνικής Παλιγγενεσίας, τ. Α, Α΄ Βουλευτική περίοδος, σ. 235-236).

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

τίποτα το αέναο

από τον κύκλο της ζωής των αυτοκρατοριών[1]

Η ικανότητα της Αμερικής να στηρίζει οικονομικά τον τρόπο ζωής της προσελκύοντας ξένο κεφάλαιο έχει επιτρέψει στους Αμερικανούς διαμορφωτές της πολιτικής να μην ομολογούν ακόμη ότι η Αμερική ως έθνος δεν επωφελείται πλέον από τους κανόνες του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού, τους οποίους επέβαλε πριν από πενήντα χρόνια ως η κυρίαρχη οικονομική και στρατιωτική δύναμη του κόσμου. Προστατευμένες προσωρινά από την εξελικτική πίεση, οι ΗΠΑ παρακολουθούσαν άλλα πιο πεινασμένα κράτη, όπως η Κίνα, να εξελίσσονται και να εκμεταλλεύονται τους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου καλύτερα από όσο θα μπορούσε να κάνει η υπερδύναμη. Η επιδεικτική κυριαρχία της Αμερικής στο παγκόσμιο μάνατζμεντ και στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ήδη εξαφανίζεται μαζί με την κυριαρχία των αμερικανικών εμπορικών επωνυμιών. Οι Ινδοί και οι Κινέζοι κάτοχοι MBA σε σύντομο χρονικό διάστημα θα προτιμούν να κρατούν στις χώρες τους το τεράστιο μερίδιο του παγκόσμιου πλούτου που σήμερα έχουν παραχωρήσει, πειθήνια, στην ελίτ του μάνατζμεντ των εταιρειών που έχουν την έδρα τους στις ΗΠΑ. Εάν μελετούσε τους μη ισοσκελισμένους εθνικούς λογαριασμούς των ΗΠΑ, ακόμη κι ο πιο άπειρος στα οικονομικά υποπρόξενος θα συμπέραινε ότι πρέπει να βρεθεί ένα νέο οικονομικό μοντέλο, εάν η Αμερική θέλει να παραμείνει η χώρα των ευκαιριών για ένα σημαντικό ποσοστό των δικών της ανθρώπων.

Ας θυμηθούμε τον κύκλο ζωής των αυτοκρατοριών. Η υπερεθνική ΕΕ δεν αποτελεί δικαιολογία για να πιστέψουμε ότι σύντομα θα πάψει να υφίσταται εθνικισμός σε οποιαδήποτε από τις χώρες με μεγάλα αποθέματα πετρελαίου. Το Ιράκ θα πρέπει να μας διδάξει ότι δεν μπορεί να υπάρξει ένα κύμα κερδοφόρου αμερικανικού ιμπεριαλισμού που θα θεραπεύσει το πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών της Αμερικής ή θα εγγυηθεί τη ροή απεριόριστου αργού πετρελαίου προς τις ακτές της. Ούτε θα βρουν οι ΗΠΑ έναν εχθρό αρκετά εκφοβιστικό για τους συμμάχους τους, ώστε να δικαιολογείται η επιδότηση ενός αμετάβλητου αμερικανικού τρόπου ζωής. Ο φόβος της τρομοκρατίας δεν μπορεί να είναι επ’ άπειρον η βάση για ένα κύκλωμα «προστασίας», εκτός εάν οι ΗΠΑ σκοπεύουν να καταστήσουν αυτοεκπληρούμενες τις προφητείες των ευαγγελικών χριστιανών για έναν πόλεμο εξόντωσης εναντίον των μουσουλμάνων συμπολιτών. …

Η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο διεθνές σύστημα απαιτεί μια διατηρήσιμη βάση για την αμερικανική ευημερία. Καμιά στρατιωτική στρατηγική, ούτε ακόμη μια στρατηγική που να υποστηρίζεται από την εξαίρετη αμερικανική διπλωματία, δεν μπορεί να διατηρήσει τον τρόπο ζωής των απλών Αμερικανών σε έναν πλανήτη τόσο πολυπαθή, ανταγωνιστικό και ευερέθιστο όσο αυτός που σήμερα κατοικούμε. Ούτε μπορούν οι Αμερικανοί να ευελπιστούν ότι θα συνεχίσουν να επινοούν νέες οικονομικές πυραμίδες – φούσκες ακινήτων, μανίες με τις μετοχές του Ίντερνετ – για να διατηρήσουν την ροή του πλεονάζοντος κεφαλαίου απ’ όλο τον κόσμο προς τις ΗΠΑ. Η μόνη έντιμη πορεία είναι η τεχνολογική και κοινωνική εξέλιξη …

[1] Τζων Μπρέιντυ Κήσλινγκ, «Μαθήματα Διπλωματίας», σ. 503-504, εκδόσεις Λιβάνη.