εναντίον Πλήθωνος[1]
Ποιος, λοιπόν, ήταν εκείνος (ο Πλήθων), είχε γίνει φανερό σε εμάς από πολύν καιρό και ότι είχε γράψει κάποιο τέτοιο βιβλίο πριν από πολλά χρόνια. Αυτά μας τα αφηγήθηκαν πολλοί αξιόπιστοι (μάρτυρες) και εμείς τα βρήκαμε (μετά) με πολλές αποδείξεις, πρώτα μεν στην Πελοπόννησο και μετά στην Ιταλία. Και αυτό έγινε σε εμένα αιτία για την αντιγραφή του Αριστοτέλους (σε απάντησι προς τα συγγράμματα) εκείνου. Γιατί εκείνος με πολύ θράσος επιτέθηκε εναντίον του φιλοσόφου (του Αριστοτέλους), επειδή ήξερε πολλά από την φιλοσοφία του (καθώς) και για τις διαφωνίες του με τον Πλάτωνα, τις οποίες έγραψε για να υποστηρίξη την γνώμη του για την αλήθεια. Και εμείς αναλάβαμε κάποιον επί πλέον κόπο, όχι για να αντιδικήσωμε με τον Πλάτωνα ούτε γιατί ενδιαφερόμεθα ιδιαίτερα για τον Αριστοτέλη, αλλά από οργή για τον σκοπό του Γεμιστού και από τον ζήλο (μας) για την πίστι. Με τον τρόπο αυτόν θέλομε να φανερώσωμε τον άνθρωπο σε αυτούς που δεν τον ξέρουν, για να μην εξαπατηθή και βλαφθή κανείς από αυτόν, πράγμα το οποίο έπαθαν αρκετοί στο παρελθόν, (και αυτό) έγινε σε εμάς αιτία μεγάλης θλίψεως. Αλλά τα ονόματα εκείνων δεν πρέπει να τα πω. Σε αυτά (πρέπει) να αποβλέψωμε και όχι σε άλλη φιλοδοξία, αυτά δε που είναι στην αρχή και στο τέλος του βιβλίου του, το οποίο σώζεται σε πολλά μέρη, αποδεικνύουν ότι οι δικές μας απόψεις είναι πολύ καλές και με τη βοήθεια του Θεού είναι σύμφωνες με την δικήμας (χριστιανική) θεωρία. Ο ίδιος, λοιπόν, αναντούσε γραπτώς στον Αριστοτέλη και σε εμάς πολεμώντας μας, γιατί, δήθεν, συνηγορούμε υπέρ του Αριστοτέλους. Αλλά εμάς μας εμποδίζει η συμφορά της πατρίδος[2] να του απαντήσωμε γραπτώς. Όμως, αφού βρήκαμε τότε μια επίκαιρη αφορμή, καταπιαστήκαμε με τις άκαιρες μελέτες του με φειδώ και πιο σοβαρά. Αφού, λοιπόν, αφήσαμε τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα εξ ίσου, εκάναμε μια σοβαρή πραγματεία εναντίον της Ελληνικής δεισιδαιμονίας, γιατί αυτός φανερά πολεμούσε αυτόν τον ευσεβή σκοπό (δηλ. την χριστιανική πίστι) και δεν προσπαθούσε καθόλου να κρύβεται. Αυτήν (την μελέτη μας) αφού είδε, λένε ότι λυπήθηκε πολύ ο άνθρωπος και απελπίσθηκε ότι μπορεί να επιτύχη τίποτε η άριστη νομοθεσία του εφ’ όσον εμείς ζούμε, και θα μπορέσωμε και με φωτιά και με γραπτά να την ακυρώσωμε, με όποιον από τους δύο (αυτούς) τρόπους θα κρίναμε καλό, γιατί με αυτό το απειλούσαμε στο δεύτερο σύγγραμμά μας προς αυτόν.[3] Αυτήν την διάθεσι είχαμε εμείς για εκείνον, (γιατί) μας ενοχλούσε αυτό που θα συμβή στην πίστι και στην ωφέλεια ή βλάβη των αδελφών (μας). Τα άλλα δεν μας στενοχωρούσαν. Μερικοί, όμως, δεν θέλησαν (να πιστεύσουν) στα πράγματα ούτε σε εκείνους που τα γνωρίζουν και συμφωνούν σε εμάς, και προσπάθησαν να διαβάλουν το δικό μου ήθος, το οποίο έχει φανερωθή αρκετά όχι μόνο στα συγγράμματά μου εναντίον εκείνου, αλλά και σε όλους που ήρθαν σε κάποια σχέσι με εμάς στην ζωή και μας συκοφαντούσαν ότι εμείς τον κατηγορούμε επειδή τον φθονούσαμε. Εμείς, όμως, επικαλούμαστε ως μάρτυρα τον Θεό, … τον οποίο δεν πρέπει να επικαλούνται αυτοί που λένε ψέματα από φθόνο …
επειδή δε έπρεπε όλα να φανερωθούν με την πάροδο του χρόνου και υπήρχε το βιβλίο του αποθανόντος Γεμιστού στους άρχοντες της Πελοποννήσου, (οι οποίοι είναι δύο ειδών, εννοώ δε τους ευσεβεστέρους και τους μεγαλυτέρους), δεν μπορούσα να αγνοήσω τον παραλογισμό εκείνων που έγραφε αυτός (ο Γεμιστός). (Αυτοί) ήθελαν να μας τα στείλουν αμέσως (αυτά τα βιβλία), αλλά σε πολλούς που ζήτησαν να τα αντιγράψουν δεν έκριναν καλό να τους τα δώσουν, αλλά εμποδισθήκαμε από τις σημερινές περιστάσεις από τις οποίες και αυτοί παρακινούμενοι ήλθαν ανέλπιστα και μας τα έφεραν και μας προξένησαν διπλή λύπη: από το ένα μέρος γι’ αυτούς που ωφελήθηκαν από την κοινή συμφορά για όσα κάποιοι έκαναν αφού εσκέδθησαν με πολλή αυθάδεια, από το άλλο μέρος για το βιβλίο γιατί από την στιγμή που το ανοίξαμε μας φάνηκε ότι είδαμε το πιο αηδιαστικό πράγμα που μπορεί κανείς να συναντήση.
[1] Πλήθωνος Νόμοι – Γενναδίου Πατριάρχου, εναντίον του Πλήθωνος Γεμιστού, σελ. 137 επ., εκδόσεις ελεύθερη σκέψις 1997
[2] ο Γεννάδιος αναφέρεται στην άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους (29/05/1453).
[3] τελικά, ο Γεννάδιος δεν περιορίστηκε στις έγγραφες απειλές του. Τα κείμενα του Πλήθωνα [με εξαίρεση ελαχίστων] παραδόθηκαν στις φλόγες, μετά τον θάνατό του.
σχετικό άρθρο: http://nomosophia.blogspot.com/2009/05/blog-post_27.html