Να μιλάς προσεκτικά … ή καθόλου ![1]
«Ελπίζουμε ότι ο εξάδελφός μας χάρηκε την παραμονή του στη λίμνη του Κώμου».
«Η λίμνη είναι ωραιότατη, αυγούστα». Κάθισα στην καρέκλα μου όταν μου έκανε νεύμα.
…
«Μαθαίνουμε ότι έχεις σκοπό να γίνεις ιερωμένος».
«Βρισκόμουν σε μοναστήρι όταν … πληροφορήθηκα ότι έπρεπε να έρθω στο Μεδιολάνο». Άρχισα να τραυλίζω. Αυτό το παθαίνω συχνά όταν είμαι εκνευρισμένος. …
«Μα θέλεις σοβαρά να γίνεις ιερωμένος ;»
«Δεν ξέρω. Προτιμώ την φιλοσοφία … νομίζω. Θα ήθελα να ζήσω στην Αθήνα».
«Δεν σε ενδιαφέρει η πολιτική ;» Αυτό το είπε χαμογελαστά διότι γνώριζε πολύ καλά την απάντηση που όφειλα να δώσω.
«Όχι, αυγούστα. Καθόλου !»
«Έχεις, όμως, ορισμένες υποχρεώσεις προς το κράτος. Είσαι μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας».
«Ο αύγουστος δεν χρειάζεται την βοήθειά μου».
«Αυτός δεν είναι απόλυτα ακριβές». Κτύπησε δυο φορές τα χέρια της και οι δύο κυρίες των τιμών αποσύρθηκαν, κλείνοντας πίσω τους απαλά τις βαριές δρύινες πόρτες.
«Τίποτε δεν μένει μυστικό σε ένα παλάτι», είπε. «Ποτέ δεν μπορεί κανείς να μείνει μόνος».
«Δεν είμαστε μόνοι τώρα ;»
Η Ευσεβία κτύπησε πάλι τα χέρια της. Δυο ευνούχοι παρουσιάστηκαν πίσω από τις κολόνες στο βάθος της αίθουσας. Τους ένευσε να φύγουν.
«Για λόγους προφύλαξης, μπορούν να ακούσουν, αλλά δεν μπορούν να μιλήσουν. Αλλά υπάρχουν άλλοι που κρυφακούν και που κανείς δεν τους ξέρει».
«Οι μυστικοί πράκτορες ;»
Έγνεψε καταφατικά. «Ακούν όλα όσα λέμε μεταξύ μας σε αυτή την αίθουσα».
«Τότε πού … ;»
Χαμογέλασε με την απορία μου «Ποιος ξέρει πού. Ξέρει όμως κανείς πως είναι πανταχού παρόντες».
«Κατασκοπεύουν ακόμη και εσάς ;»
«Ιδιαίτερα την αυτοκράτειρα». Ήταν γαλήνια. «Έτσι ήταν πάντα στα ανάκτορα. Θυμήσου, λοιπόν … να μιλάς προσεκτικά».
«Ή καθόλου !»
… Πήρε σοβαρό ύφος. «Ο αυτοκράτορας μου έδωσε άδεια να σου μιλήσω. Δίσταζε. Δεν χρειάζεται να σου πω ότι, από την υπόθεση του Γάλλου και μετά, αισθάνεται εντελώς περικυκλωμένος από προδότες. Δεν εμπιστεύεται κανέναν».
«Μα εγώ …»
«Εσένα σε εμπιστεύεται λιγότερο από όλους» … «Ενάντια στην κρίση του, προβίβασε τον αδελφό σου. Μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, ο Γάλλος και η Κωνσταντία δολοπλοκούσαν με σκοπό να σφετεριστούν τον θρόνο».
«Είστε βεβαία ;»
«Έχουμε αποδείξεις».
«Έχω ακούσει ότι οι μυστικοί πράκτορες συχνά επινοούν αποδείξεις».
… «Αυτό δεν χρειάστηκε στην περίπτωση της Κωνσταντίας … Τώρα έσυ είσαι η πιθανή απειλή».
«Κανένα πρόβλημα», είπα με περισσή πικρία … «Εκτελέστε με για να είσαστε ήσυχοι».
«Ελπίζουμε ότι ο εξάδελφός μας χάρηκε την παραμονή του στη λίμνη του Κώμου».
«Η λίμνη είναι ωραιότατη, αυγούστα». Κάθισα στην καρέκλα μου όταν μου έκανε νεύμα.
…
«Μαθαίνουμε ότι έχεις σκοπό να γίνεις ιερωμένος».
«Βρισκόμουν σε μοναστήρι όταν … πληροφορήθηκα ότι έπρεπε να έρθω στο Μεδιολάνο». Άρχισα να τραυλίζω. Αυτό το παθαίνω συχνά όταν είμαι εκνευρισμένος. …
«Μα θέλεις σοβαρά να γίνεις ιερωμένος ;»
«Δεν ξέρω. Προτιμώ την φιλοσοφία … νομίζω. Θα ήθελα να ζήσω στην Αθήνα».
«Δεν σε ενδιαφέρει η πολιτική ;» Αυτό το είπε χαμογελαστά διότι γνώριζε πολύ καλά την απάντηση που όφειλα να δώσω.
«Όχι, αυγούστα. Καθόλου !»
«Έχεις, όμως, ορισμένες υποχρεώσεις προς το κράτος. Είσαι μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας».
«Ο αύγουστος δεν χρειάζεται την βοήθειά μου».
«Αυτός δεν είναι απόλυτα ακριβές». Κτύπησε δυο φορές τα χέρια της και οι δύο κυρίες των τιμών αποσύρθηκαν, κλείνοντας πίσω τους απαλά τις βαριές δρύινες πόρτες.
«Τίποτε δεν μένει μυστικό σε ένα παλάτι», είπε. «Ποτέ δεν μπορεί κανείς να μείνει μόνος».
«Δεν είμαστε μόνοι τώρα ;»
Η Ευσεβία κτύπησε πάλι τα χέρια της. Δυο ευνούχοι παρουσιάστηκαν πίσω από τις κολόνες στο βάθος της αίθουσας. Τους ένευσε να φύγουν.
«Για λόγους προφύλαξης, μπορούν να ακούσουν, αλλά δεν μπορούν να μιλήσουν. Αλλά υπάρχουν άλλοι που κρυφακούν και που κανείς δεν τους ξέρει».
«Οι μυστικοί πράκτορες ;»
Έγνεψε καταφατικά. «Ακούν όλα όσα λέμε μεταξύ μας σε αυτή την αίθουσα».
«Τότε πού … ;»
Χαμογέλασε με την απορία μου «Ποιος ξέρει πού. Ξέρει όμως κανείς πως είναι πανταχού παρόντες».
«Κατασκοπεύουν ακόμη και εσάς ;»
«Ιδιαίτερα την αυτοκράτειρα». Ήταν γαλήνια. «Έτσι ήταν πάντα στα ανάκτορα. Θυμήσου, λοιπόν … να μιλάς προσεκτικά».
«Ή καθόλου !»
… Πήρε σοβαρό ύφος. «Ο αυτοκράτορας μου έδωσε άδεια να σου μιλήσω. Δίσταζε. Δεν χρειάζεται να σου πω ότι, από την υπόθεση του Γάλλου και μετά, αισθάνεται εντελώς περικυκλωμένος από προδότες. Δεν εμπιστεύεται κανέναν».
«Μα εγώ …»
«Εσένα σε εμπιστεύεται λιγότερο από όλους» … «Ενάντια στην κρίση του, προβίβασε τον αδελφό σου. Μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, ο Γάλλος και η Κωνσταντία δολοπλοκούσαν με σκοπό να σφετεριστούν τον θρόνο».
«Είστε βεβαία ;»
«Έχουμε αποδείξεις».
«Έχω ακούσει ότι οι μυστικοί πράκτορες συχνά επινοούν αποδείξεις».
… «Αυτό δεν χρειάστηκε στην περίπτωση της Κωνσταντίας … Τώρα έσυ είσαι η πιθανή απειλή».
«Κανένα πρόβλημα», είπα με περισσή πικρία … «Εκτελέστε με για να είσαστε ήσυχοι».
[1] Γκορ Βιντάλ, «Ιουλιανός», σ. 145-146, εκδόσεις Εξάντας 1998
διαβάστε επίσης την σχετική ανάρτηση στην ΝομοΣοφία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου