Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

γλώσσικα ή περί γλώττης δοκίμια

περί της ελληνικής λαλιάς[1]

Είμαστε στην Ευρώπη : Από το καπέλλο και το σακκάκι ως το βιβλίο, το μυθιστόρημα και την κοινωνική ζωή. Μ’ αυτό δε λέγεται δημιουργία καθολικής αξίας. Λέγεται μαϊμούδισμα ξένης αξίας. Κι’ απ’ αυτό δεν βγαίνει τίποτα, γιατί δε βγαίνει τίποτα ποτέ από τη μίμηση και μάλιστα την ξώπετση. Αν όμως εννοούν να ευρωπαϊστούμε όχι στην επιφάνεια παρά στο βάθος, τότε το αίτημά τους αναποδογυρίζεται παράξενα: Γιατί τότε δεν γυρεύουν μια ριζική απομάκρυνση από τις αξίες εθνικής μορφής μα ολωσδιόλου το αντίθετο, να μπούμε βαθιά, πολύ βαθιά στην περιοχή της εθνικής συνείδησης, ν’ αγκαλιάσουμε, όσο μπορούμε πιο ζεστά, την εθνική μας κληρονομιά! Για τον απλούστατο λόγο: ότι, στο βάθος του, ο δυτικός πολιτισμός, δεν είναι άλλο παρά οι ελληνικές αξίες, παρεξηγημένες ή εξηγημένες, ζωντανεμένες, γονιμοποιημένες, πούκαμε τον Σερ Χένρυ Σάμνερ Μαίηνυ να πει: «Σ’ ένα μικρό λαό δόθηκε να δημιουργήσει την αρχή της προόδου. Αυτός ο λαός ήταν ο ελληνικός. Έξω από τις τυφλές δυνάμεις της φύσης τίποτα δεν κινείται μέσα σ’ αυτό το σύμπαν που να μην έχει ελληνική καταγωγή».

Ο δυτικός πολιτισμός βγαίνει απ’ την ελληνική κληρονομιά. Γιατί εμείς θα τη γυρεύαμε από δεύτερο χέρι; Γιατί δε θάχαμε τη φιλοδοξία να τη μεταχειριστούμε σα νόμιμοι κληρονόμοι; Σ’ αυτόν που θα ρωτούσε με ποιους τίτλους, την απόκριση θάδινε η ελληνική γλώσσα. Σαν την κατάχλωρη κι’ ολάνθιστη φυλλωσιά ξεπετιέται πάνω απ’ τον παλιό κορμό, σημαδεμένο με τ’ αχνάρτια π’ άφησαν τριαντατρείς αιώνες πνευματική καλλιέργεια. Ποιος λαός έχεο τέτοια παράδοση; Πού είναι η συνειδητοποιησή της; Πού είναι η γονιμοποιησή της;

Οι καθαρευουσιάνοι την πήραν για να κρυφτούνε πίσω απ’ αυτή και να ζητιανέψουνε, στ’ όνομά της, από την Ευρώπη μαζί με το δικαίωμα της ζωής και κανένα χωραφάκι. Πραγματοποίησαν τον τύπο ενός πρωτάκουστου γκραβαρίτικου ιμπεριαλισμού. Κι’ άξιοι διάδοχοί τους – κι’ ας κάνουν το δημοτικιστή – γυρεύουν τώρα τη ριζική απομάκρυνση από κάθε τι το εθνικό, για να ζητιανέψουν από την Ευρώπη το δικαίωμα να ζήσουν στ’ όνομα ενός βιασμένου και ξώπετσου συγχρονισμού. Ο δημοτικισμός, όχι με τη στενή του έννοια του γλωσσικού αγώνα, μα σαν κίνημα πνευματικό και ηθικό, αρνιέται, μ’ άγρια περηφάνεια, τέτοια ταπεινά μασκαρέματα. Βλέπει το έθνος στην πνευματικήν οικογένεια της Ευρώπης με το γνήσιο, ζωντανό του πρόσωπο και με τη βαθύτατη πεποίθηση πως πάει να εισφέρει στο κοινό έργο μια ολοκαίνουρια νότα. Δε θέλει την εθνική κληρονομία για να κρύψει πίσω από την αίγλη της φτώχεια και μαρασμό, μα σα γόνιμο δίδαγμα, σα σκληρό μέτρο συγκριτικής αξίας και σαν αφετηρία για καινούριες δημιουργίες.

[1] αυτά έγραφε τον Γενάρη του 1933 ο Σπύρος Μελάς, Απόσπασμα από το βιβλίο του «Δάσκαλοι του Γένους» της Ακαδημίας Αθηνών, σελ. 9-10, εκδόσεις Μπίρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: