Κάποτε, ιστορεί ο Ηρόδοτος, είχαν σηκώσει πόλεμο οι σπαρτιάτες με τους αργείους για μια περιοχή. Θυρέα την έλεγαν. Στο τέλος συμφώνησαν να παρατάξει ο καθένας τριακόσιους οπλίτες, τους άριστους, κι όποιος νικήσει, όποιος τελειώνοντας η μάχη δηλαδή έχει τους λιγότερους νεκρούς, να πάρει τον τόπο και να σταματήσουν την αντιδικία. Η σφαγή άρχισε με το πρώτο φως και πέφτοντας η νύχτα βρήκε ζωντανούς τρεις. Και από τα δύο στρατόπεδα.
Η αντίληψη του Σεφέρη για την ποίηση είναι δωρικότερη από την τραχύτητα των δωριέων στον πόλεμο (Μ 2, 76):
Να κάνεις ένα ποίημα είναι σα να οδηγείς στη μάχη δέκα
χιλιάδες στρατό, κι ο αντίπαλος δέκα χιλιάδες, και να ξέρεις
καλά πως για να νικήσεις πρέπει να σκοτώσεις όλους τους
εχθρούς, αλλά πώς φτάνει να χαθεί ένας και μόνος από τους
δικούς σου, για να νικηθείς.
Όσο και να ξεπερνά σε απανθρωπιά την αρχαία αίσθηση των Ηρακλειδών, που αντίκρυ σ’ ένα κόσμο χαλύβδινο έταξαν μιαν ανάλογη πράξη κι έπλασαν το δωρικό ήθος, αυτή η αισθητική διατύπωση του Σεφέρη ήταν για την καλλιτεχνική του βούληση ό,τι το μαστίγιο για το άλογο.
Φαίνεται πως υπάρχει κάτι αδυσώπητο, ταγμένο να κυριέψει και να απανθρωπήσει τον άνθρωπο, αν του μέλλεται αληθινά να γίνει ποιητής και ν’ αφήσει ένα ποίημα.
Αυτό το δράμα της έντασης, της πάγκαλα αποτρόπαιης, μας το δίνει το σχήμα του αγώνα για μια όχι απλώς πνευματική αλλά ζωική μεταμόρφωση. κάποια αιτία προσωπική μοιάζει σα να οδηγεί τη συμπάθεια του Σεφέρη για τις μυθικές μηχανές του Πρωτέα (Μετ. 13):
Γίνεται μακρόμαλλο λιοντάρι
έπειτα δράκοντας και πάρδαλη
υπέρογκο γουρούνι
τρεχάμενο νερό
δέντρο στ’ αψηλά φουντωμένο.
την εικόνα της μεταμόρφωσης την χρησιμοποιεί στην προσωπική του πάλη για την κατάκτηση της έκφρασής του (μ 2, 42):
Είμαι ένας άνθρωπος που βρίσκεται πάντα στο σημείο να γίνει
άλλος, και δεν το περνά ποτέ αυτό το σημείο.
Για τα δικά του στρατέματα Θυρέα είναι η έκφραση. Και το σημείο που δεν περνά το καταλβαίνω σαν ένα πρωτότυπο ξαναφανέρωμα εκείνου του τρίτου είδους, που τόσο βασάνισε το Σολωμό.
Από την ιστορία της τέχνης γνωρίζουμε πως στρατέματα χρησιμοποιούνται και σε μιαν άλλη περίπτωση – άκρως ακραία αυτή – για να οδηγήσουν τη δημιουργία στη χαρά της νίκης. Έγραφε η Μπεττίνα μπρεντάνο στον Γκάιτε για τον Μπετόβεν:
Είδα λοιπόν τότες το πελώριο πνεύμα να οδηγεί το σύνταγμά
του. Ω Γκαίτε ! Κανένας Καίσαρας και κανένας βασιλιάς δεν
έχει μια τέτοια συνείδηση κράτους, και πως όλες οι δυνάμεις
εκπορεύονται από τον ίδιο, όσο εκείνος ο Μπετόβεν.
Με το στράτεμα των μυρίων ο Σεφέρης υπαινίσσεται ένα πλήθος δημιουργικών στοιχείων, που πρέπει να λειτουργήσουν πληρωτικά και σύντονα, για να γεννηθεί το ποίημα.
Τα δύο ακραία του κέρατα αρχίζουν από τις εφτά γλώσσες που έχουν στοιβαχτεί πίσω από το βλέμμα του Έλλιοτ (Δ 1, 42), και τελειώνουν στο σημείο που αναλαβαίνει κανείς την ευθύνη για τα όνειρα που βλέπει (Δ 1, 267).
Στο εύρος αυτού του σχηματισμού έχουν λάβει τη θέση τους όλα τα ένοπλα είδη και γένη των όρων της ποίησης: από τη γνώση και την αρετή ως την ευαισθησία και την έμπνευση.
Στη μυριάδα των εχθρών που πρέπει να πέσουν όλοι τους για να γεννηθεί το ποίημα, αναγνωρίζεται η ισόποση δύναμη άρνησης που αντιμάχεται τη δημιουργία. Η εικόνα πηγάζοντας διαισθητικά από πρότυπα γεωμετρικά είναι μια αισθητική επανάληψη της κοσμολογικής σύλληψης του Αναξίμανδρου για τον ποιητικό λόγο, που ισορροπεί τον εμφύλιο σπαραγμό φθοράς και γένεσης, αδικίας και δίκης.
Τις ίλες και τις μοίρες του στρατοπέδου των εχθρών τις αποτελεί ένα στίφος δυνα΄μεων διάλυσης, που αρχίζουν από την έμφυτη υστέρηση και τη γονιμική πενία, και φτάνουν ως τη χαλάρωση της ποιητικής ετοιμότητας, τις βάσκανες επιρροές της ζωής, και τα δυσμενή απρόοπτα, όσα εκφυλίζουν το σπάνιο, όταν ενσκήπτει, διακόπτουν τις καταλαμπές, και ματαιώνουν την άγρα του στιγμικού αιώνιου.
Ολόκληρος αυτός ο στρατηγικός συντονισμός ονομάζεται από το Σεφέρη απλά: αγώνας για την έκφραση.
[1] Δημήτριος Λιαντίνης, Ο Νηφομάνης – η ποιητική του Σεφέρη, σελ. 49-51, εκδόσεις Φούρλας – Βασιλόπουλος, Αθήνα 1990.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου