«Ελληνοτουρκικές Σχέσεις»
Π. Κονδύλη
«Οι σύμμαχοι αξίζουν για σένα τόσο, όσο αξίζεις εσύ γι’ αυτούς. Καμιά συμμαχία και καμιά προστασία δεν κατασφαλίζει όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτισης»
Τα «δίκαια» της Ελλάδας δεν εντυπωσιάζουν κανέναν, όσο πίσω τους βρίσκεται ένας παρίας με διαρκώς απλωμένο το χέρι, κάποιος που ζει από δάνεια, επιδοτήσεις και «προγράμματα στήριξης».
Η λύση του προβλήματος της εθνικής βιωσιμότητας όχι σε λογιστική αλλά σε παραγωγική βάση αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση σοβαρής εξωτερικής πολιτικής.
Οι εθνικοί πόροι πρέπει να αντιμετωπιστούν με γεωπολιτικά και στρατηγικά κριτήρια, όχι ως αριθμητικοί «δείκτες»: το 1% του εθνικού εισοδήματος που προέρχεται από την άνοδο του τουρισμού δεν είναι το ίδιο με το 1% που δίνει μια σύγχρονη εξοπλιστική βιομηχανία. Και πρέπει επίσης να εκλογικευθούν και να χρησιμοποιηθούν στο σύνολό τους.
Η προσπάθεια αυτή είναι απαραίτητη, γιατί στην τωρινή συγκυρία, που είναι δυσμενέστατη για την Ελλάδα, έχει προέχουσα σημασία να κερδηθεί χρόνος χωρίς να απωλεσθεί έδαφος, με την ελπίδα ότι μελλοντικές ανακατατάξεις στον πλανητικό συσχετισμό δυνάμεων θα εξασθενίσουν το γεωπολιτικό δυναμικό της Τουρκίας και θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να πάρει μιαν ιστορική ανάσα. Αν, όμως, απολεσθεί έδαφος στο προσεχές διάστημα, οι απώλιες θα είναι ανεπανόρθωτες και πιθανότατα μοιραίες.
Φυσικά, οι ελπίδες δεν ισοδυναμούν με βεβαιότητες. Ας υπογραμμίσουμε ακόμη μία φορά ότι η βαθύτερη αιτία της αύξουσας τουρκικής πίεσης πάνω στην Ελλάδα δεν είναι ούτε πολιτισμική ούτε στενά πολιτική και παροδική, αλλά έγκειται στην συνεχή διεύρυνση της διαφοράς ανάμεσα στο γεωπολιτικό δυναμικό των δύο χωρών.
Σε ορισμένους κρίσιμους τομείς, όπως ο δημογραφικός, ξέρουμε από τώρα ότι το παιχνίδι είναι χαμένο. Αν θέλουμε να παραμείνουμε νηφάλιοι, έστω και με αντίτιμο την απαισιοδοξία, οφείλουμε να πούμε ότι και σε άλλα πεδία στρατηγικής σημασίας αρχίζουν να παγιώνονται αναντίστροφες εξελίξεις.
Η Ελλάδα μεταβάλλεται σταθερά σε χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση και τις αντιδράσεις τρίτων, ενώ παράλληλα η στάση της γίνεται όλο και περισσότερο παθητική ή αντιφατική.
Η διακήρυξη «δεν παραχωρούμε τίποτε» δεν έχει έμπρακτο αντίκρισμα όταν η χώρα εκλιπαρεί σε κρίσιμες ώρες τις μεσολαβητικές προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών, ξέροντας εκ των προτέρων ότι αυτές θα πληρωθούν με παραχωρήσεις ή όταν αποσύρει χωρίς χειροπιαστά ανταλλάγματα το βέτο της για την τελωνειακή ένωση της Τουρκίας με την ΕΕ αποδεικνύοντας έτσι, άθελά της, πόσο είναι πιθανό να μετατραπεί σε δορυφόρο της Τουρκίας ακριβώς μέσω του «ευρωπαϊκού δρόμου» και της επιρροής των Ευρωπαίων εταίρων».
Τέτοιες ενέργειες δεν είναι απλώς εσφαλμένοι ή έστω συζητήσιμοι χειρισμοί. Συνιστούν τα εύγλωττα επιφαινόμενα μιας βαθύτερης ιστορικής κόπωσης, μιας προϊούσας, ηδονικής μάλιστα παράλυσης.
Στον βαθμό που η Ελλάδα θα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος πολέμου θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αυγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται ακόμη ηδονικότερη, εφόσον η υποχωρητικότητα θα αμείβεται με αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς επαίνους, που τους χρειάζεται κατεπειγόντως ο εκσυγχρονιζόμενος Βαλκάνιος, και επίσης με δάνεια και δώρα για να χρηματοδοτείται ο παρασιτικός καταναλωτισμός.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες ό,τι στην πραγματικότητα θα συνιστά κάμψη της ελληνικής αντίστασης κάτω από την πίεση του υπέρτερου τουρκικού δυναμικού οι Έλληνες θα συνηθίσουν, σιγά – σιγά, να ονομάζουν «πολιτισμένη συμπεριφορά», «υπέρβαση του εθνικισμού» και «εξευρωπαϊσμό».
Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο : Η ειρήνη σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοροποίηση. Και ο πόλεμος σημαίνει συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού, η ανατροπή των σημερινών γεωπολιτικών και στρατηγικών συσχετισμών απαιτεί ούτε λίγο, ούτε πολύ την επιτέλεση ενός ηράκλειου άθλου, για τον οποίο η ελληνική κοινωνία, έτσι όπως είναι, δεν διαθέτει τα κότσια.
Οι μετριότητες, οι υπομετριότητες και οι ανθυπομετριότητες που συναπαρτίζουν τον ελληνικό πολιτικό και παραπολιτικό κόσμο δεν έχουν το ανάστημα να θέσουν και να λύσουν ιστορικά προβλήματα τέτοιας έκτασης και τέτοιου βαθμού – ίσως να καταρρεύσουν ακόμη και στην περίπτωση όπου θα βρεθούν μπροστά στην μεγάλη απόφαση να διεξαγάγουν έναν πόλεμο γιατί, αν ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, ποιος πόλεμος θα συνεχίσει μια σπασμωδική πολιτική ;
Οι ευρύτερης μάζες, καθοδηγούμενες από το ίδιο ένστικτο βραχυπρόθεσμής αυτοσυντήρησης, έχουν βρει την δική τους ψυχολογικά βολική λύση :
Το έθνος το υπηρετούν ανέξοδα περιβαλλόμενες γαλανόλευκα ράκη, όποτε το καλεί η περίσταση, και έχοντας κατόπιν ήσυχη συνείδηση το κλέβουν μόνιμα με παντοειδείς τρόπους : από την φοροδιαφυγή, την αισχροκέρδεια και τα «αυθαίρετα» ίσαμε τα ευκολοαπόκτητα πτυχία, την χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας (ούτε το 50% του μέσου όρου της ΕΕ) και την κραυγαλέα ανισότητα ανάμεσα σ’ ό,τι παράγεται και σ’ ό,τι καταναλώνεται, με αποτέλεσμα την καταχρέωση και την πολιτική εξάρτηση του τόπου.
Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας μόνον όσα πράττονται και αφήσουμε εντελώς στην άκρη την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους οι πράττοντες, τότε φαίνεται να βρισκόμαστε σε συλλογική αναζήτηση της ιστορικής ευθανασίας, υπό τον όρο να σκηνοθετηθούν έτσι τα πράγματα, ώστε κανείς να μην έχει την άμεση ευθύνη, και επίσης υπό τον όροι να τεχνουργηθούν απροσμάχητες ανακουφιστικές εκλογικεύσεις («Ελληνικεντρικές» ή «εξευρωπαϊστικές», αδιάφορο).
Στις τραγωδίες ή τις κωμωδίες που μπορούν να περιγράψουν με τις αρμόζουσες αποχρώσεις αυτήν την ιδιαίτερη κοινωνική και ψυχολογική κατάσταση θα τις γράψουν, ίσως, άλλοι. Εμένα μου έρχεται στον νου η τετριμμένη αλλά πάντοτε ευθύβολη θυμοσοφία : «όπως στρώνει καθένας, έτσι και κοιμάται»
Ο Παναγιώτης Κονδύλης γεννήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία το 1943 και πέθανε στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1998. Σπούδασε κλασσική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και φιλοσοφία, νεότερη ιστορία και φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια της Φρανκφούρτης και της Χαϊδελβέργης.
Βιβλία του στην ελληνική γλώσσα: Η κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη (1983), Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα (1984), Ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Ι-ΙΙ (1987), Ο νεοελληνικός Διαφωτισμός (1988), Ισχύς και απόφαση (1991), Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού (1991), Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο (1992), Η ηδονή, η ισχύς, η ουτοπία (1992), Θεωρία του πολέμου (1997).
Βιβλία του στην γερμανική γλώσσα: Die Entstehung der Dialektik (1979), Die Aufklaerung (1981, β΄ έκδ. 1986), Macht und Entscheidung (1984), Konservativismus (1986), Marx und die griechische Antike (1987), Theorie des Krieges (1988), Die neuzeitliche Metaphysikkritik (1990), Der Niedergang der buergerlichen Denk- und Lebensform (1991), Planetarische Politik nach dem Kalten Krieg (1992), Montesquieu und der Geist der Gesetze (1996).
Για το πολυσήμαντο έργο του τού απονεμήθηκε το μετάλλιο Γκαίτε και το βραβείο Χούμπολντ. Διετέλεσε Εταίρος του Ιδρύματος Ανωτάτων Σπουδών του Βερολίνου. Μέχρι το θάνατό του διηύθυνε τη ΄΄Φιλοσοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη΄΄ των εκδόσεων ΄΄Γνώση΄΄ και τη σειρά ΄΄Ο Νεώτερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός΄΄ των εκδόσεων ΄΄Νεφέλη΄΄.
τα βιογραφικά στοιχεία του Παναγιώτη Κονδύλη στο : http://pyrgos-news.blogspot.com/2010_09_12_archive.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου